Ο Colin McRae μπορεί να κατέκτησε μονάχα έναν παγκόσμιο τίτλο και να έχει φύγει από την ζωή εδώ και σχεδόν 12 χρόνια, παρέμεινε όμως ο μοναδικός που πάτησε επάξια στα χνάρια των θρύλων της εποχής Group B των αγώνων Ράλι, βάζοντας τις βάσεις για την νέα εποχή του WRC.
Μετά το ξαφνικό τέλος που έβαλε το θανατηφόρο ατύχημα του Henri Toivonen στην εποχή Group B των αγώνων ράλι και την συνακόλουθη απομάκρυνση από το σπορ των πιο μεγάλων θρύλων των ειδικών
διαδρομών των ‘80s, το WRC είχε ανάγκη από νέους, φρέσκους ήρωες που θα πατούσαν στα χνάρια των παλιών και θα διαιώνιζαν την «χρυσή εποχή» του πρωταθλήματος που απειλούσε επάξια εκείνη την εποχή την Formula 1 για την πρωτοκαθεδρία στον μηχανοκίνητο κόσμο.
Την ίδια εποχή, ένας τρελός νεαρός Σκωτσέζος, ονόματι Colin McRae, έκανε τα πρώτα του βήματα στο τοπικό πρωτάθλημα ράλι, κερδίζοντας τον θαυμασμό για το ιδιαίτερο στυλ οδήγησής του, που έμοιαζε με αυτό του Ari Vatanen, μεγάλου ειδώλου της παιδικής ηλικίας του. Μάλιστα, το 1988 κέρδισε τον τίτλο του Πρωταθλητή Σκωτίας οδηγώντας ένα Vauxhall Nova, ένα επίτευγμα που έμελλε να στρέψει πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας και να του δώσει την δυνατότητα να βρεθεί πίσω από το τιμόνι ενός Ford Sierra XR 4x4 για τα επόμενα χρόνια.
Η πρώτη εμφάνιση του McRae στην παγκόσμια σκηνή βέβαια είχε ήδη πραγματοποιηθεί, από το 1987, όταν με το ίδιο ταπεινό Nova ο Σκωτσέζος είχε συμμετάσχει στο Ράλι Σουηδίας αλλά και στο Rally RAC.
Στον αγώνα της πατρίδας του επέστρεψε την επόμενη χρονιά με ένα Peugeot 205 GTI, λίγο μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος Σκωτίας με το Nova, θέτοντας τις βάσεις για την λαμπρή καριέρα που έμελλε να ακολουθήσει.
Τις επόμενες δύο σεζόν, οι εμφανίσεις του McRae στην διεθνή σκηνή υπήρξαν σποραδικές, πάντα πίσω από το τιμόνι του καινούριου του Sierra. Αποκορύφωμά τους υπήρξαν η πέμπτη θέση στο Ράλι Νέας Ζηλανδίας το 1989 και η έκτη θέση στην Μεγάλη Βρετανία έναν χρόνο αργότερα, που τράβηξαν την προσοχή του θρυλικού David Richards, πρώην συνοδηγού του Vatanen και τότε προέδρου της Prodrive, της εταιρείας που είχε ιδρύσει ο ίδιος και αναλάβει να συμμετάσχει με την εργοστασιακή στήριξη της Subaru στο WRC.
Ο Richards έδωσε ένα πενιχρό μεν αλλά εργοστασιακό δε συμβόλαιο στον νεαρό McRae, ο οποίος βρέθηκε στο πλευρό του ινδάλματός του, Ari Vatanen αλλά και του έτερου θρυλικού Φινλανδού Markku Alén για το 1991, οδηγώντας ένα Subaru Legacy RS.
Τα πρώτα δύο χρόνια της συνεργασίας του με την Subaru, ο McRae τα πέρασε επικεντρωμένος στο Βρετανικό Πρωτάθλημα Ράλι, το οποίο κατέκτησε σε αμφότερες τις περιπτώσεις και με λίγες σκόρπιες εμφανίσεις στην διεθνή σκηνή. Highlight αυτών υπήρξε το πρώτο βάθρο της καριέρας του, στο αγαπημένο του Ράλι Σουηδίας το 1992, όταν τερμάτισε δεύτερος αλλά και η πρώτη του εμφάνιση στο Ακρόπολις την ίδια χρονιά, έναν αγώνα τον οποίο έμελλε να λατρέψει στην πορεία της καριέρας του.
Ο McRae προήχθη σε βασικός οδηγός της ομάδας την επόμενη σεζόν, με τον Nicky Grist πάντα στο πλευρό του. Αγωνίστηκε σε οκτώ από τα 13 ράλι της σεζόν, πετυχαίνοντας την πρώτη του νίκη στο παγκόσμιο, στην Νέα Ζηλανδία, καθώς και ένα ακόμα βάθρο, με την τρίτη θέση του στο Ράλι Σουηδίας.
Η χρονιά που ο Σκωτσέζος έκανε το δικό του ‘breakthrough’ στους αγώνες ήταν όμως το 1994. Αυτή ήταν και η πρώτη σεζόν που βρήκε τον McRae πίσω από το τιμόνι του ολοκαίνουριου Impreza 555, με το οποίο ταυτίστηκε η εικόνα του μια για πάντα. Με νίκες στην Νέα Ζηλανδία και την Μεγάλη Βρετανία, κατέκτησε την τέταρτη θέση στο πρωτάθλημα εκείνης της χρονιάς, η επόμενη όμως έμελλε να είναι η μεγαλύτερη της καριέρας του και -πιθανώς- της ζωής του.
Ύστερα από δύο εγκαταλείψεις στα ισάριθμα πρώτα Ράλι του 1995, όπου νικητές στέφθηκαν ο ομόσταυλος του McRae, Carlos Sainz και ο Σουηδός Kenneth Ericsson, ο Σκωτσέζος ανέβηκε για πρώτη φορά εκείνη την χρονιά στο βάθρο στον τρίτο αγώνα, στο Ράλι Πορτογαλίας, όπου την νίκη όμως πήρε εκ νέου ο Sainz.
Ακολούθησε μια πέμπτη θέση στο Ράλι Κορσικής και στα μισά σχεδόν της χρονιάς, ο McRae έμοιαζε να βρίσκεται εκτός στόχων, με μόλις 20 βαθμούς στην έκτη θέση της βαθμολογίας, ισόβαθμος με τους Ericsson και Bruno Thiry. Από την άλλη, ο Ισπανός ομόσταυλός του και ήδη δις πρωταθλητής, Sainz, προηγείτο με 30 ολόκληρους βαθμούς διαφορά.
Η αντεπίθεση του McRae ξεκίνησε από το Ράλι Νέας Ζηλανδίας. Ο Σκωτσέζος πέτυχε την νίκη εκεί, εν τη απουσία του Sainz, σκοράροντας τον τρίτο του θρίαμβο στην χώρα της Ωκεανίας σε ισάριθμες χρονιές. Ακολούθησε μια δεύτερη θέση στην γειτονική Αυστραλία, όπου ο Sainz εγκατέλειψε και κάπως έτσι, πηγαίνοντας στον Ισπανικό αγώνα, η διαφορά των δύο είχε ανατραπεί, με τον Βρετανό μπροστά κατά πέντε βαθμούς.
Το Rally RACC εκείνης της χρονιάς όμως, έμεινε στην ιστορία, όχι για την νίκη του Sainz και την δεύτερη θέση του McRae που συνέθετε το τέλειο φινάλε ενόψει του τελευταίου αγώνα της σεζόν στην Ουαλία, αλλά για την ανακάλυψη των παράνομων περιοριστών turbo που είχαν εγκαταστήσει τα αυτοκίνητα της Toyota, επέφεραν τον αποκλεισμό από το πρωτάθλημα τόσο της Ιαπωνικής φίρμας όσο και των οδηγών της και έκαναν τον τότε πρόεδρο της FIA, Max Mosely να τα χαρακτηρίσει τα πιο περίπλοκα και ευρηματικά συστήματα που είχε δει ποτέ να εφαρμόζονται στα 30 χρόνια ενασχόλησής του με το motorsport.
Κάπως έτσι, οι μόνοι διεκδικητές στο φινάλε της Μεγάλης Βρετανίας ήταν τα δύο Subaru, των Sainz και McRae, με τους δύο οδηγούς να ξεκινούν ισόβαθμοι τον αγώνα με 70 βαθμούς. Νικητής αναδείχθηκε τελικά ο McRae, παίρνοντας το πρώτο (και μοναδικό καθώς αποδείχθηκε) πρωτάθλημα της καριέρας του.
Με οκτώ νίκες τα επόμενα δύο χρόνια, μεταξύ αυτών και την πρώτη του στην χώρα μας το 1996, ο McRae συνέβαλλε καθοριστικά στην κατάκτηση του πρωταθλήματος Κατασκευαστών επί τρία συναπτά έτη για λογαριασμό της Subaru, είδε όμως την πλάτη του Tommi Mäkinen ξανά και ξανά, με τον Φινλανδό να παίρνει αμφότερους τους τίτλους των οδηγών, αφήνοντας δεύτερο τον McRae, για μονάχα έναν βαθμό το 1997.
Αυτό ήταν το ξεκίνημα της απόλυτης δυναστείας του Mäkinen που πήρε το πρωτάθλημα τέσσερις συνεχόμενες σεζόν, ισοφαρίζοντας το απόλυτο ρεκόρ που κατείχε ο συμπατριώτης του, Juha Kankkunen.
Το 1998 αποτέλεσε και την τελευταία σεζόν του McRae στα γαλάζια της Subaru, σκοράροντας τρεις νίκες, σε Πορτογαλία, Γαλλία και Ελλάδα, μα μένοντας μόνο στην τρίτη θέση του πρωταθλήματος, μια επίδοση που τον έκανε να πάρει την απόφαση και να αποχωρήσει από την Prodrive για λογαριασμό της M-Sport, που έτρεχε τότε την εργοστασιακή ομάδα της Ford στο παγκόσμιο πρωτάθλημα.
Στο τέλος του 1998, ο McRae κέρδισε και για μοναδική φορά τον Αγώνα των Πρωταθλητών στα Κανάρια Νησιά, στον οποίο ξανασυμμετείχε πολλάκις, με τον φίλο του, David Coulthard, εκπροσωπώντας είτε την Team GB είτε την Team Scotland.
Στα τέσσερά του χρόνια με την Ford, ο McRae έπεσε θύμα της τρομερής αναξιοπιστίας του Focus αλλά και των πολλών δικών του λαθών, που του στέρησαν μια ελπίδα να κυνηγήσει ένα δεύτερο παγκόσμιο πρωτάθλημα. Το 1999 τερμάτισε έκτος στην γενική κατάταξη, με δύο νίκες, στο Σαφάρι και την Πορτογαλία, ενώ το 2000 έμεινε τέταρτος, κερδίζοντας σε Ισπανία και Ελλάδα και σκοράροντας ακόμα τέσσερα βάθρα.
Η καλύτερη ευκαιρία του McRae να πάρει τον πολυπόθητο τίτλο ήρθε το 2001, όταν έφτασε στον τελευταίο αγώνα έχοντας την πρωτοπορία του πρωταθλήματος, δίνοντας μια σφοδρή μάχη με τους Burns και Mäkinen καθ’ όλη την διάρκεια της σεζόν.
Με τρεις διαδοχικές νίκες σε Αργεντινή, Κύπρο και Ελλάδα και συνακόλουθα βάθρα σε Φινλανδία και Νέα Ζηλανδία, ο McRae έμοιαζε να είναι ικανός να κόψει πρώτος για πρώτη φορά το νήμα εδώ και έξι χρόνια, φτάνοντας στον αγώνα της πατρίδας του, στην Μεγάλη Βρετανία.
Η μοίρα όμως έμελλε να παίξει τα δικά της παιχνίδια. Ο Richard Burns, με την τρίτη θέση τερματισμού του, ξεπέρασε κατά δύο πόντους τον McRae και κατά τρεις τον Mäkinen, με αμφότερους τους πρώην πρωταθλητές και σφοδρούς αντιπάλους να εγκαταλείπουν.
Στην τελευταία του χρονιά με την Ford, ο McRae δεν βρέθηκε σε θέση να κυνηγήσει κάτι καλό, σκοράροντας μόλις δύο νίκες μέσα στην χρονιά και ένα ακόμα βάθρο. Αυτές ήρθαν στο Ράλι Ακρόπολις και στο Ράλι Σαφάρι και ήταν και οι δύο τους σημαδιακές. Η πρώτη ήταν η πέμπτη του Σκωτσέζου στον εθνικό μας αγώνα και τον κατέστησε πολυνίκη, ένα επίτευγμα που δεν έχει ξεπεραστεί ως και σήμερα. Η δεύτερη έμελλε να είναι η τελευταία του McRae στο παγκόσμιο, μα συνάμα τον κατέστησε εκείνη την εποχή πολυνίκη όλων των εποχών με 25, μπροστά από τους Mäkinen και Sainz που είχαν 24 και τον Juha Kankkunen με 23.
Το 2003, ο McRae μεταπήδησε στην ανερχόμενη Citroën, συμβάλλοντας στην κατάκτηση του πρωταθλήματος Κατασκευαστών από την Γαλλική φίρμα για πρώτη φορά. Έπαιξε όμως δεύτερο ρόλο δίπλα στον ανερχόμενο αστέρα Sebastien Loeb που μαχόταν για τον τίτλο, σκοράροντας μονάχα ένα βάθρο, με την δεύτερη θέση του στο Ράλι Μόντε Κάρλο, όπου οι Γάλλοι πέτυχαν το 1-2-3 με τους Loeb-McRae και Sainz.
Η αλλαγή των κανονισμών για το 2004, που επέτρεπε σε κάθε ομάδα να έχει μόνο δύο πληρώματα που θα είναι ικανά να σκοράρουν βαθμούς για τους Κατασκευαστές, ανάγκασε την Citroën να απολύσει τον McRae, ο οποίος έμεινε χωρίς εργοστασιακή στήριξη ύστερα κι από την απόφαση της Subaru να προτιμήσει τον Mikko Hirvonen στο πλευρό του Petter Solberg για την επόμενη χρονιά.
Κάπως έτσι, ο McRae στράφηκε προς άλλες μορφές αγώνων, συμμετέχοντας στις 24 Ώρες του Le Mans με την ομάδα της Prodrive, όπου και τερμάτισε ένατος και τρίτος στην κατηγορία του μαζί με τους Darren Turner και Rickard Rydell. Αυτή ήταν η δεύτερή του εμφάνιση σε αγώνες πίστας, μετά την σύντομη θητεία του στο BTCC με δύο αγώνες, το 1992 ξανά για λογαριασμό της τότε ομάδας του στο WRC, Prodrive.
Ο McRae έμελλε να αγωνιστεί άλλες δύο φορές σε αγώνες πίστας, το 2006 όταν έκανε guest εμφανίσεις στο Nürburgring και στο Μονακό σε αγώνες του Porsche Supercup. Παράλληλα συμμετείχε δύο φορές στο WRC με ένα Škoda Fabia WRC το 2005 και άλλη μία -τελευταία- το 2006, όταν αντικατέστησε τον Sebastien Loeb στο Ράλι Τουρκίας, ύστερα από έναν τραυματισμό που είχε υποστεί ο Γάλλος.
Την ίδια περίοδο, ο McRae αγωνίστηκε δις στο Ράλι Ντακάρ, χωρίς επιτυχία, παρά τις πολύ ενθαρρυντικές εμφανίσεις του, σκοράροντας συνολικά τέσσερις νίκες σε ειδικές διαδρομές του αγώνα αντοχής.
Ενόψει της σεζόν του 2008, ο McRae βρισκόταν σε συζητήσεις ξανά με την Subaru για μια πιθανή επάνοδο του στην παγκόσμια σκηνή, όντας πια 39 ετών. Σε αυτές συνέβαλλε και το πρώην αφεντικό του, David Richards, που τότε λειτουργούσε ως promoter του σπορ και ήθελε να δει ξανά τον Colin στις ειδικές διαδρομές.
Στις 15 Σεπτέμβρη του 2007, όμως, ένα θανατηφόρο ατύχημα έμελλε να κόψει το νήμα της ζωής του McRae, μαζί με αυτό του γιου του και δύο οικογενειακών φίλων. Οι τέσσερις τους ήταν επιβάτες στο ελικόπτερο του Colin, το οποίο έπεσε και οδήγησε όλους στο θάνατο, σκορπίζοντας ανείπωτη θλίψη στην οικογένεια McRae αλλά και σε ολόκληρο τον μηχανοκίνητο κόσμο.
Η κηδεία του έγινε σε πολύ συγκινητικό κλίμα και παρουσία 15.000 θαυμαστών του στις 26 Σεπτεμβρίου, οπότε και ο Colin τάφηκε μαζί με τον γιο του, Johnny. Έκτοτε, το Ράλι Σουηδίας εγκαθίδρυσε έναν ετήσιο διαγωνισμό για το πιο μεγάλο άλμα στην ειδική διαδρομή Vargåsen, επονομαζόμενο Colin’s Crest. Την ίδια χρονιά προετοιμαζόταν και η διεξαγωγή του πρώτου Colin McRae Forest Stages Rally, στο οποίο ο Σκωτσέζος έμελλε να συμμετάσχει στο πλαίσιο του Πρωταθλήματος Ράλι Σκωτίας. Το αυτοκίνητό του έμεινε καθηλωμένο στην εκκίνηση, ο αγώνας όμως διεξήχθη κανονικά.
Την επόμενη χρονιά, για το εν λόγω event συνέρρευσαν στο Perth της Σκωτίας, τεράστια ονόματα του μηχανοκίνητου κόσμου, πολλοί εκ των οποίων συμμετείχαν στον αγώνα για την μνήμη του Colin με τα ιστορικά τους αγωνιστικά. Μεταξύ αυτών, ξεχωρίζουν οι πρώην πρωταθλητές της εποχής Group B, Hannu Mikkola, Björn Waldegård, Stig Blomqvist, το ίνδαλμα και πρώην team-mate του Σκωτσέζου, Ari Vatanen (με τον David Richards ξανά στο πλευρό του σαν συνοδηγό), το αφεντικό του στην M-Sport, Malcolm Wilson και ο γιος του και νικητής του event, Matthew Wilson, ο πατέρας του Colin, πέντε φορές πρωταθλητής Ράλι στην Μεγάλη Βρετανία, Jimmy McRae, καθώς και οι σύγχρονοι οδηγοί αγώνων Kris Meeke και Travis Pastrana.
Σκίστε διπλώματα και απολαύστε το μεγαλείο του Colin...
Αψηφούσε τους νόμους της φυσικής και, μάλιστα, το έκανε να φαίνεται τόσο εύκολο!!!
Ο Colin McRae άφησε παρακαταθήκη το αγωνιστικό αυτοκίνητο Colin McRae R4, προπομπό των σημερινών R5, το οποίο είχε σχεδιάσει ο ίδιος μαζί με τον Dave Plant για χρήση σε αγώνες ράλι, rallycross, αγώνες πίστας και αγώνες στον πάγο καθώς και την θρυλική σειρά βιντεοπαιχνιδιών Colin McRae Rally, που έχει πια μετονομαστεί σε Dirt – Dirt Rally και Colin McRae: Dirt, διατηρώντας πάντα ακέραιο το στίγμα και κουβαλώντας το legacy του σπουδαίου Βρετανού παγκόσμιου πρωταθλητή.
Τέλος, το 2015, επ’αφορμής της συμπλήρωσης 20 χρόνων από την κατάκτηση του παγκοσμίου πρωταθλήματος από τον McRae, στο Ράλι RAC της Ουαλίας, υπήρχαν ειδικές εκδηλώσεις με διάφορα είδη και αυτοκίνητα του θρυλικού πιλότου, που παραμένει ως και σήμερα ο νεότερος στην ιστορία παγκόσμιος πρωταθλητής του WRC αλλά και ο μοναδικός της νεότερης εποχής που βάδισε στα χνάρια των θρύλων του Group B, αφήνοντας ανεξίτηλο το στίγμα του στην συνείδηση των φίλων των αγώνων ράλι σε όλο τον κόσμο.
Σύνταξη κειμένου: Κωνσταντίνος Μπουράμας
Επισκεφθείτε το Garagistas για περισσότερα νέα από τον κόσμο της F1!
Μετά το ξαφνικό τέλος που έβαλε το θανατηφόρο ατύχημα του Henri Toivonen στην εποχή Group B των αγώνων ράλι και την συνακόλουθη απομάκρυνση από το σπορ των πιο μεγάλων θρύλων των ειδικών
διαδρομών των ‘80s, το WRC είχε ανάγκη από νέους, φρέσκους ήρωες που θα πατούσαν στα χνάρια των παλιών και θα διαιώνιζαν την «χρυσή εποχή» του πρωταθλήματος που απειλούσε επάξια εκείνη την εποχή την Formula 1 για την πρωτοκαθεδρία στον μηχανοκίνητο κόσμο.
Την ίδια εποχή, ένας τρελός νεαρός Σκωτσέζος, ονόματι Colin McRae, έκανε τα πρώτα του βήματα στο τοπικό πρωτάθλημα ράλι, κερδίζοντας τον θαυμασμό για το ιδιαίτερο στυλ οδήγησής του, που έμοιαζε με αυτό του Ari Vatanen, μεγάλου ειδώλου της παιδικής ηλικίας του. Μάλιστα, το 1988 κέρδισε τον τίτλο του Πρωταθλητή Σκωτίας οδηγώντας ένα Vauxhall Nova, ένα επίτευγμα που έμελλε να στρέψει πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας και να του δώσει την δυνατότητα να βρεθεί πίσω από το τιμόνι ενός Ford Sierra XR 4x4 για τα επόμενα χρόνια.
Η πρώτη εμφάνιση του McRae στην παγκόσμια σκηνή βέβαια είχε ήδη πραγματοποιηθεί, από το 1987, όταν με το ίδιο ταπεινό Nova ο Σκωτσέζος είχε συμμετάσχει στο Ράλι Σουηδίας αλλά και στο Rally RAC.
Στον αγώνα της πατρίδας του επέστρεψε την επόμενη χρονιά με ένα Peugeot 205 GTI, λίγο μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος Σκωτίας με το Nova, θέτοντας τις βάσεις για την λαμπρή καριέρα που έμελλε να ακολουθήσει.
Τις επόμενες δύο σεζόν, οι εμφανίσεις του McRae στην διεθνή σκηνή υπήρξαν σποραδικές, πάντα πίσω από το τιμόνι του καινούριου του Sierra. Αποκορύφωμά τους υπήρξαν η πέμπτη θέση στο Ράλι Νέας Ζηλανδίας το 1989 και η έκτη θέση στην Μεγάλη Βρετανία έναν χρόνο αργότερα, που τράβηξαν την προσοχή του θρυλικού David Richards, πρώην συνοδηγού του Vatanen και τότε προέδρου της Prodrive, της εταιρείας που είχε ιδρύσει ο ίδιος και αναλάβει να συμμετάσχει με την εργοστασιακή στήριξη της Subaru στο WRC.
Ο Richards έδωσε ένα πενιχρό μεν αλλά εργοστασιακό δε συμβόλαιο στον νεαρό McRae, ο οποίος βρέθηκε στο πλευρό του ινδάλματός του, Ari Vatanen αλλά και του έτερου θρυλικού Φινλανδού Markku Alén για το 1991, οδηγώντας ένα Subaru Legacy RS.
Τα πρώτα δύο χρόνια της συνεργασίας του με την Subaru, ο McRae τα πέρασε επικεντρωμένος στο Βρετανικό Πρωτάθλημα Ράλι, το οποίο κατέκτησε σε αμφότερες τις περιπτώσεις και με λίγες σκόρπιες εμφανίσεις στην διεθνή σκηνή. Highlight αυτών υπήρξε το πρώτο βάθρο της καριέρας του, στο αγαπημένο του Ράλι Σουηδίας το 1992, όταν τερμάτισε δεύτερος αλλά και η πρώτη του εμφάνιση στο Ακρόπολις την ίδια χρονιά, έναν αγώνα τον οποίο έμελλε να λατρέψει στην πορεία της καριέρας του.
Ο McRae προήχθη σε βασικός οδηγός της ομάδας την επόμενη σεζόν, με τον Nicky Grist πάντα στο πλευρό του. Αγωνίστηκε σε οκτώ από τα 13 ράλι της σεζόν, πετυχαίνοντας την πρώτη του νίκη στο παγκόσμιο, στην Νέα Ζηλανδία, καθώς και ένα ακόμα βάθρο, με την τρίτη θέση του στο Ράλι Σουηδίας.
Η χρονιά που ο Σκωτσέζος έκανε το δικό του ‘breakthrough’ στους αγώνες ήταν όμως το 1994. Αυτή ήταν και η πρώτη σεζόν που βρήκε τον McRae πίσω από το τιμόνι του ολοκαίνουριου Impreza 555, με το οποίο ταυτίστηκε η εικόνα του μια για πάντα. Με νίκες στην Νέα Ζηλανδία και την Μεγάλη Βρετανία, κατέκτησε την τέταρτη θέση στο πρωτάθλημα εκείνης της χρονιάς, η επόμενη όμως έμελλε να είναι η μεγαλύτερη της καριέρας του και -πιθανώς- της ζωής του.
Ύστερα από δύο εγκαταλείψεις στα ισάριθμα πρώτα Ράλι του 1995, όπου νικητές στέφθηκαν ο ομόσταυλος του McRae, Carlos Sainz και ο Σουηδός Kenneth Ericsson, ο Σκωτσέζος ανέβηκε για πρώτη φορά εκείνη την χρονιά στο βάθρο στον τρίτο αγώνα, στο Ράλι Πορτογαλίας, όπου την νίκη όμως πήρε εκ νέου ο Sainz.
Ακολούθησε μια πέμπτη θέση στο Ράλι Κορσικής και στα μισά σχεδόν της χρονιάς, ο McRae έμοιαζε να βρίσκεται εκτός στόχων, με μόλις 20 βαθμούς στην έκτη θέση της βαθμολογίας, ισόβαθμος με τους Ericsson και Bruno Thiry. Από την άλλη, ο Ισπανός ομόσταυλός του και ήδη δις πρωταθλητής, Sainz, προηγείτο με 30 ολόκληρους βαθμούς διαφορά.
Η αντεπίθεση του McRae ξεκίνησε από το Ράλι Νέας Ζηλανδίας. Ο Σκωτσέζος πέτυχε την νίκη εκεί, εν τη απουσία του Sainz, σκοράροντας τον τρίτο του θρίαμβο στην χώρα της Ωκεανίας σε ισάριθμες χρονιές. Ακολούθησε μια δεύτερη θέση στην γειτονική Αυστραλία, όπου ο Sainz εγκατέλειψε και κάπως έτσι, πηγαίνοντας στον Ισπανικό αγώνα, η διαφορά των δύο είχε ανατραπεί, με τον Βρετανό μπροστά κατά πέντε βαθμούς.
Το Rally RACC εκείνης της χρονιάς όμως, έμεινε στην ιστορία, όχι για την νίκη του Sainz και την δεύτερη θέση του McRae που συνέθετε το τέλειο φινάλε ενόψει του τελευταίου αγώνα της σεζόν στην Ουαλία, αλλά για την ανακάλυψη των παράνομων περιοριστών turbo που είχαν εγκαταστήσει τα αυτοκίνητα της Toyota, επέφεραν τον αποκλεισμό από το πρωτάθλημα τόσο της Ιαπωνικής φίρμας όσο και των οδηγών της και έκαναν τον τότε πρόεδρο της FIA, Max Mosely να τα χαρακτηρίσει τα πιο περίπλοκα και ευρηματικά συστήματα που είχε δει ποτέ να εφαρμόζονται στα 30 χρόνια ενασχόλησής του με το motorsport.
Κάπως έτσι, οι μόνοι διεκδικητές στο φινάλε της Μεγάλης Βρετανίας ήταν τα δύο Subaru, των Sainz και McRae, με τους δύο οδηγούς να ξεκινούν ισόβαθμοι τον αγώνα με 70 βαθμούς. Νικητής αναδείχθηκε τελικά ο McRae, παίρνοντας το πρώτο (και μοναδικό καθώς αποδείχθηκε) πρωτάθλημα της καριέρας του.
Με οκτώ νίκες τα επόμενα δύο χρόνια, μεταξύ αυτών και την πρώτη του στην χώρα μας το 1996, ο McRae συνέβαλλε καθοριστικά στην κατάκτηση του πρωταθλήματος Κατασκευαστών επί τρία συναπτά έτη για λογαριασμό της Subaru, είδε όμως την πλάτη του Tommi Mäkinen ξανά και ξανά, με τον Φινλανδό να παίρνει αμφότερους τους τίτλους των οδηγών, αφήνοντας δεύτερο τον McRae, για μονάχα έναν βαθμό το 1997.
Αυτό ήταν το ξεκίνημα της απόλυτης δυναστείας του Mäkinen που πήρε το πρωτάθλημα τέσσερις συνεχόμενες σεζόν, ισοφαρίζοντας το απόλυτο ρεκόρ που κατείχε ο συμπατριώτης του, Juha Kankkunen.
Το 1998 αποτέλεσε και την τελευταία σεζόν του McRae στα γαλάζια της Subaru, σκοράροντας τρεις νίκες, σε Πορτογαλία, Γαλλία και Ελλάδα, μα μένοντας μόνο στην τρίτη θέση του πρωταθλήματος, μια επίδοση που τον έκανε να πάρει την απόφαση και να αποχωρήσει από την Prodrive για λογαριασμό της M-Sport, που έτρεχε τότε την εργοστασιακή ομάδα της Ford στο παγκόσμιο πρωτάθλημα.
Στο τέλος του 1998, ο McRae κέρδισε και για μοναδική φορά τον Αγώνα των Πρωταθλητών στα Κανάρια Νησιά, στον οποίο ξανασυμμετείχε πολλάκις, με τον φίλο του, David Coulthard, εκπροσωπώντας είτε την Team GB είτε την Team Scotland.
Στα τέσσερά του χρόνια με την Ford, ο McRae έπεσε θύμα της τρομερής αναξιοπιστίας του Focus αλλά και των πολλών δικών του λαθών, που του στέρησαν μια ελπίδα να κυνηγήσει ένα δεύτερο παγκόσμιο πρωτάθλημα. Το 1999 τερμάτισε έκτος στην γενική κατάταξη, με δύο νίκες, στο Σαφάρι και την Πορτογαλία, ενώ το 2000 έμεινε τέταρτος, κερδίζοντας σε Ισπανία και Ελλάδα και σκοράροντας ακόμα τέσσερα βάθρα.
Η καλύτερη ευκαιρία του McRae να πάρει τον πολυπόθητο τίτλο ήρθε το 2001, όταν έφτασε στον τελευταίο αγώνα έχοντας την πρωτοπορία του πρωταθλήματος, δίνοντας μια σφοδρή μάχη με τους Burns και Mäkinen καθ’ όλη την διάρκεια της σεζόν.
Με τρεις διαδοχικές νίκες σε Αργεντινή, Κύπρο και Ελλάδα και συνακόλουθα βάθρα σε Φινλανδία και Νέα Ζηλανδία, ο McRae έμοιαζε να είναι ικανός να κόψει πρώτος για πρώτη φορά το νήμα εδώ και έξι χρόνια, φτάνοντας στον αγώνα της πατρίδας του, στην Μεγάλη Βρετανία.
Η μοίρα όμως έμελλε να παίξει τα δικά της παιχνίδια. Ο Richard Burns, με την τρίτη θέση τερματισμού του, ξεπέρασε κατά δύο πόντους τον McRae και κατά τρεις τον Mäkinen, με αμφότερους τους πρώην πρωταθλητές και σφοδρούς αντιπάλους να εγκαταλείπουν.
Στην τελευταία του χρονιά με την Ford, ο McRae δεν βρέθηκε σε θέση να κυνηγήσει κάτι καλό, σκοράροντας μόλις δύο νίκες μέσα στην χρονιά και ένα ακόμα βάθρο. Αυτές ήρθαν στο Ράλι Ακρόπολις και στο Ράλι Σαφάρι και ήταν και οι δύο τους σημαδιακές. Η πρώτη ήταν η πέμπτη του Σκωτσέζου στον εθνικό μας αγώνα και τον κατέστησε πολυνίκη, ένα επίτευγμα που δεν έχει ξεπεραστεί ως και σήμερα. Η δεύτερη έμελλε να είναι η τελευταία του McRae στο παγκόσμιο, μα συνάμα τον κατέστησε εκείνη την εποχή πολυνίκη όλων των εποχών με 25, μπροστά από τους Mäkinen και Sainz που είχαν 24 και τον Juha Kankkunen με 23.
Το 2003, ο McRae μεταπήδησε στην ανερχόμενη Citroën, συμβάλλοντας στην κατάκτηση του πρωταθλήματος Κατασκευαστών από την Γαλλική φίρμα για πρώτη φορά. Έπαιξε όμως δεύτερο ρόλο δίπλα στον ανερχόμενο αστέρα Sebastien Loeb που μαχόταν για τον τίτλο, σκοράροντας μονάχα ένα βάθρο, με την δεύτερη θέση του στο Ράλι Μόντε Κάρλο, όπου οι Γάλλοι πέτυχαν το 1-2-3 με τους Loeb-McRae και Sainz.
Η αλλαγή των κανονισμών για το 2004, που επέτρεπε σε κάθε ομάδα να έχει μόνο δύο πληρώματα που θα είναι ικανά να σκοράρουν βαθμούς για τους Κατασκευαστές, ανάγκασε την Citroën να απολύσει τον McRae, ο οποίος έμεινε χωρίς εργοστασιακή στήριξη ύστερα κι από την απόφαση της Subaru να προτιμήσει τον Mikko Hirvonen στο πλευρό του Petter Solberg για την επόμενη χρονιά.
Κάπως έτσι, ο McRae στράφηκε προς άλλες μορφές αγώνων, συμμετέχοντας στις 24 Ώρες του Le Mans με την ομάδα της Prodrive, όπου και τερμάτισε ένατος και τρίτος στην κατηγορία του μαζί με τους Darren Turner και Rickard Rydell. Αυτή ήταν η δεύτερή του εμφάνιση σε αγώνες πίστας, μετά την σύντομη θητεία του στο BTCC με δύο αγώνες, το 1992 ξανά για λογαριασμό της τότε ομάδας του στο WRC, Prodrive.
Ο McRae έμελλε να αγωνιστεί άλλες δύο φορές σε αγώνες πίστας, το 2006 όταν έκανε guest εμφανίσεις στο Nürburgring και στο Μονακό σε αγώνες του Porsche Supercup. Παράλληλα συμμετείχε δύο φορές στο WRC με ένα Škoda Fabia WRC το 2005 και άλλη μία -τελευταία- το 2006, όταν αντικατέστησε τον Sebastien Loeb στο Ράλι Τουρκίας, ύστερα από έναν τραυματισμό που είχε υποστεί ο Γάλλος.
Την ίδια περίοδο, ο McRae αγωνίστηκε δις στο Ράλι Ντακάρ, χωρίς επιτυχία, παρά τις πολύ ενθαρρυντικές εμφανίσεις του, σκοράροντας συνολικά τέσσερις νίκες σε ειδικές διαδρομές του αγώνα αντοχής.
Ενόψει της σεζόν του 2008, ο McRae βρισκόταν σε συζητήσεις ξανά με την Subaru για μια πιθανή επάνοδο του στην παγκόσμια σκηνή, όντας πια 39 ετών. Σε αυτές συνέβαλλε και το πρώην αφεντικό του, David Richards, που τότε λειτουργούσε ως promoter του σπορ και ήθελε να δει ξανά τον Colin στις ειδικές διαδρομές.
Στις 15 Σεπτέμβρη του 2007, όμως, ένα θανατηφόρο ατύχημα έμελλε να κόψει το νήμα της ζωής του McRae, μαζί με αυτό του γιου του και δύο οικογενειακών φίλων. Οι τέσσερις τους ήταν επιβάτες στο ελικόπτερο του Colin, το οποίο έπεσε και οδήγησε όλους στο θάνατο, σκορπίζοντας ανείπωτη θλίψη στην οικογένεια McRae αλλά και σε ολόκληρο τον μηχανοκίνητο κόσμο.
Η κηδεία του έγινε σε πολύ συγκινητικό κλίμα και παρουσία 15.000 θαυμαστών του στις 26 Σεπτεμβρίου, οπότε και ο Colin τάφηκε μαζί με τον γιο του, Johnny. Έκτοτε, το Ράλι Σουηδίας εγκαθίδρυσε έναν ετήσιο διαγωνισμό για το πιο μεγάλο άλμα στην ειδική διαδρομή Vargåsen, επονομαζόμενο Colin’s Crest. Την ίδια χρονιά προετοιμαζόταν και η διεξαγωγή του πρώτου Colin McRae Forest Stages Rally, στο οποίο ο Σκωτσέζος έμελλε να συμμετάσχει στο πλαίσιο του Πρωταθλήματος Ράλι Σκωτίας. Το αυτοκίνητό του έμεινε καθηλωμένο στην εκκίνηση, ο αγώνας όμως διεξήχθη κανονικά.
Την επόμενη χρονιά, για το εν λόγω event συνέρρευσαν στο Perth της Σκωτίας, τεράστια ονόματα του μηχανοκίνητου κόσμου, πολλοί εκ των οποίων συμμετείχαν στον αγώνα για την μνήμη του Colin με τα ιστορικά τους αγωνιστικά. Μεταξύ αυτών, ξεχωρίζουν οι πρώην πρωταθλητές της εποχής Group B, Hannu Mikkola, Björn Waldegård, Stig Blomqvist, το ίνδαλμα και πρώην team-mate του Σκωτσέζου, Ari Vatanen (με τον David Richards ξανά στο πλευρό του σαν συνοδηγό), το αφεντικό του στην M-Sport, Malcolm Wilson και ο γιος του και νικητής του event, Matthew Wilson, ο πατέρας του Colin, πέντε φορές πρωταθλητής Ράλι στην Μεγάλη Βρετανία, Jimmy McRae, καθώς και οι σύγχρονοι οδηγοί αγώνων Kris Meeke και Travis Pastrana.
Σκίστε διπλώματα και απολαύστε το μεγαλείο του Colin...
Αψηφούσε τους νόμους της φυσικής και, μάλιστα, το έκανε να φαίνεται τόσο εύκολο!!!
Ο Colin McRae άφησε παρακαταθήκη το αγωνιστικό αυτοκίνητο Colin McRae R4, προπομπό των σημερινών R5, το οποίο είχε σχεδιάσει ο ίδιος μαζί με τον Dave Plant για χρήση σε αγώνες ράλι, rallycross, αγώνες πίστας και αγώνες στον πάγο καθώς και την θρυλική σειρά βιντεοπαιχνιδιών Colin McRae Rally, που έχει πια μετονομαστεί σε Dirt – Dirt Rally και Colin McRae: Dirt, διατηρώντας πάντα ακέραιο το στίγμα και κουβαλώντας το legacy του σπουδαίου Βρετανού παγκόσμιου πρωταθλητή.
Σύνταξη κειμένου: Κωνσταντίνος Μπουράμας
Επισκεφθείτε το Garagistas για περισσότερα νέα από τον κόσμο της F1!